Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Τροφοδότηση μελισσιών

 - Όλα τα μυστικά που πρέπει να γνωρίζουμε!


 
 
 
 
 


 
 
Η τροφοδότηση των μελισσιών είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο της μελισσοκομίας που καταταλαιπωρεί μέλισσες και μελισσοκόμους. Τι είναι όμως τροφοδότηση, πως προέκυψε, πως μπορεί να γίνεται, πότε  και για πόσο χρονικό διάστημα. Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που «βασανίζουν» τον κάθε, νέο κυρίως, μελισσοκόμο και σε αυτά όλα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε με το σημερινό μας άρθρο.
 Πριν όμως να μπούμε στο κυρίως θέμα μας, θεωρούμε σκόπιμο να θυμηθούμε μαζί κάποια πράγματα που έχουν να κάνουν με τη διατροφή των μελισσών μας.
Οι μέλισσες λοιπόν για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν χρειάζονται κάποια θρεπτικά συστατικά, όπως συμβαίνει με τον κάθε ζωντανό οργανισμό αυτού του κόσμου. Χρειάζονται κυρίως πρωτινές για να μεγαλώσουν (αναπτυχθούν), υδατάνθρακες για να εργαστούν, αλλά  και διάφορα λιπίδια, βιταμίνες, και ανόργανα άλατα που συμβάλουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στις δυο πιο πάνω αναφερόμενες φάσεις – της ανάπτυξης και της εργασίας τους, δηλαδή.
 
Τις διατροφικές τους αυτές  ανάγκες οι μέλισσες τις καλύπτουν εξ ολοκλήρου από το νέκταρ -μελίτωμα που περιέχουν κυρίως υδατάνθρακες και τη γύρη των φυτών που περιέχουν κυρίως πρωτεϊνές.
Όπως όμως γνωρίζουμε, τα φυτά δεν δίνουν όλο το χρόνο τα ζωτικά τους αυτά προϊόντα στις μέλισσες. Αυτό το κάνουν κυρίως την άνοιξη και το καλοκαίρι και λιγότερο το φθινόπωρο, ενώ δεν δίνουν σχεδόν τίποτα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Οι μέλισσες από την άλλη μεριά, που το γνωρίζουν αυτό, έχουν προσαρμόσει το κύκλο ζωής τους στις προτιμήσεις και τα κέφια των φυτών.
 
Έτσι, αναπτύσσονται πολύ την άνοιξη, δημιουργώντας μεγάλους πληθυσμούς, συλλέγουν πολλές προμήθειες το καλοκαίρι, μειώνουν τα μεγέθη τους το φθινόπωρο, συμπληρώνοντας ότι βρουν σε προμήθειες για να «μη τρώνε από τα έτοιμα» του καλοκαιριού και τέλος υποδέχονται το χειμώνα με μικρούς σχετικά πληθυσμούς και πολλές καλοκαιρινές, κυρίως, προμήθειες, εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωση της αποικίας τους, μέχρις ότου έρθει η επόμενη άνοιξη και ξεκινήσει και πάλι ο «κύκλος» της ζωής τους.
 
Αν τώρα λάβουμε στα υπ’ όψη μας πως ένα μελίσσι μαζεύει περίπου 70 κιλά μέλι το χρόνο και θέλει 60 περίπου κιλά για να επιβιώσει, βγάζουμε εύκολα το συμπέρασμα πως με τους κατάλληλους χειρισμούς, εμείς οι μελισσοκόμοι θα μπορούσαμε να αφαιρέσουμε το πλεόνασμα ασφαλείας των 10 κιλών  (70 -60 = 10) που από φυσική πρόνοια συλλέγουν οι μέλισσες και όλοι να ήμασταν ευχαριστημένοι!
 
Αυτοί όμως οι υπολογισμοί είναι θεωρητικοί και δεν ισχύουν στην πράξη, και αυτό οφείλεται σε δυο λόγους. Ο ένας είναι οι ανθρώπινες δραστηριότητες, που έχοντας επιδράσει με διάφορους τρόπους στο φυσικό περιβάλλον, έχουν περιορίσει την αποδοτικότητα των φυτών και ο άλλος είναι ο ίδιος ο άνθρωπος-μελισσοκόμος, που ενεργώντας με πλεονεξίας και κάποιες φορές με απληστία, σκέφτηκε πως θα μπορούσε να πάρει περισσότερο μέλι από τα μελίσσια – να πάρει όχι μόνο το περίσσευμα των 10 κιλών, μα και ένα μέρος απ αυτό που χρειάζονται ... για τον ετήσιο κύκλο τους.
 
Κάνοντας αυτή την επιλογή, ο σύγχρονος «εντατικός μελισσοκόμος», δεν μπορεί παρά να τροφοδοτήσει τα μελίσσια του με άλλες τροφές-υποκατάστατα του φυσικού μελιού, που έχουν πολύ μικρότερη αξία από το μέλι, όπως είναι η ζάχαρη και τα παρασκευάσματα αυτής.
 
Ξεκινώντας λοιπόν από το πρώτο ερώτημα, δηλαδή τι είναι τροφοδότηση μελισσιών, θα απαντούσαμε ότι τροφοδότηση μπορούμε να αποκαλέσουμε την, με οποιωνδήποτε τρόπο, παρέμβαση του μελισσοκόμου στη διατροφική λειτουργία των σμηνών.
 
Αυτή μπορεί να αποτελείται από εντελώς φυσικά προϊόντα, όπως μέλι ή από επεξεργασμένα προϊόντα όπως, η ζάχαρη για παράδειγμα. Μπορεί να περιλαμβάνει πρωτεΐνες,  υδατάνθρακες, άλλα διατροφικά συμπληρώματα ή και συνδυασμούς αυτών, και μπορεί να προσφέρεται στα μελίσσια για ένα σωρό διαφορετικούς λόγους, με σημαντικότερους τη συμπλήρωση προμηθειών, κυρίως κατά την χειμερινή περίοδο, και τη διέγερση της βασίλισσας για ωοτοκία, κυρίως νωρίς την άνοιξη και στα  μέσα του φθινοπώρου.
 
Στο άρθρο μας αυτό θα μας απασχολήσει μόνο η τροφοδότηση που περιλαμβάνει υδατάνθρακες –μέλι ή ζάχαρη δηλαδή, αφήνοντας για αυτή που περιλαμβάνει πρωτεΐνες για ένα επόμενο άρθρο.
Αυτού του είδους λοιπόν η τροφοδότηση, που αποτελεί και την πιο συχνή που κάνουμε εμείς οι μελισσοκόμοι στα μελίσσια μας, γίνεται όπως αναφέραμε ήδη είτε για να συμπληρώσουμε κάποιες  προμήθειες που εμείς οι ίδιοι αφαιρέσαμε από τα μελίσσια μας – αυτό γίνεται κυρίως το χειμώνα – είτε για να εξιτάρουμε τη μάνα να αυξήσει ή διατηρήσει την ωοτοκία της.  
 
Η τροφοδότηση για τη συμπλήρωση αποθεμάτων όμως, μπορεί να γίνει και κάποιους μήνες που σε κάποιες περιοχές υπάρχουν κενά ανθοφορίας, όπως είναι ο Μάης για παράδειγμα ή και ο Αύγουστος -  μετά το θυμάρι - στα ξηροθερμικά νησιά μας.
Ας δούμε τώρα το πως μπορεί να γίνει – δηλαδή τους τρόπους που υπάρχουν, μα και τα «υλικά» τροφοδότησης που μπορούμε και που ενδείκνυται να χρησιμοποιήσουμε, για τις δυο αυτές διαφορετικές αιτίας τροφοδότησης.
 
Ο καλύτερος τρόπος θα ήταν να είχαμε τη δυνατότητα να τροφοδοτήσουμε τα μελίσσια μας με μέλι ή έστω με κάποιο παρασκεύασμα που να περιέχουν μέλι, όπως είναι το ζαχαροζύμαρο, για παράδειγμα, που είναι μια ανάμειξη μελιού και άχνης ζάχαρης. Αυτό όμως, για ένα σωρό λόγους, κυριότεροι από τους οποίους είναι το υψηλό κόστος, αλλά και ο κίνδυνος μεταφοράς ασθενειών, αν το μέλι δεν είναι δικό μας, σπάνια εφαρμόζεται στις μέρες μας.
 
Ο κλασικός, φτηνότερος και πιο δημοφιλής σήμερα, τρόπος τροφοδότησης είναι αυτός που γίνεται με παρασκευάσματα της ζάχαρης, όπως είναι το απλό γνωστό μας σιρόπι και η ζύμη τύπου βανίλιας.
Το σιρόπι ζάχαρης είναι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος όταν πρόκειται για διεγερτική τροφοδότηση σε αναλογία 1/1 (ζάχαρη-νερό) και όχι 1/2 που πίστευαν και εφάρμοζαν παλαιότερα – μάλιστα κάποιες έρευνες μιλάνε ακόμα και για ακόμα πιο πυκνό σιρόπι (2/1). Αυτού του είδους η τροφοδότηση θα πρέπει να γίνεται σε μικρές καθημερινές δώσεις (150-250 γραμμάρια) και για περιορισμένο χρονικό διάστημα – έως 10 μέρες.
 
Αντίθετα, η υγρή τροφοδότηση μέσω σιροπιού οποιασδήποτε πυκνότητας, πρέπει να αποφεύγεται όταν οι θερμοκρασίες είναι χαμηλές, κάτι που συμβαίνει κυρίως το χειμώνα. Σε αυτές τις περιπτώσεις η καλύτερη λύση είναι το ζαχαροζύμαρο ή αν αυτό δεν υπάρχει, το ζυμάρι τύπου βανίλιας.
 
Να αναφέρουμε επιγραμματικά πως τροφοδότηση μελισσιών γίνεται και στις εξής περιπτώσεις:
Στην συνένωση μελισσιών.
Στο κόψιμο μελισσιών, για δημιουργία παραφυάδων.
Στη εισαγωγή νέας βασίλισσας στο μελίσσι.
Στην βασιλοτροφία.
Και όταν ξαφνικά χαθεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού από εξωγενείς παράγοντες, όπως δηλητηριάσεις για παράδειγμα.
 
Τέλος θα ήταν παράληψη να μην αναφέρουμε και την απαράδεκτη και απόλυτα κατακριτέα πρακτική κάποιων συναδέλφων να τροφοδοτούν με σιρόπι τα μελίσσια τους κατά την διάρκεια της συλλογής και αποταμίευσης μελιού – κύρια ανθοφορία- εκμεταλλευόμενοι την ψευδαίσθηση που δημιουργεί αυτό στις συλλέκτριες, ότι τάχα έξω υπάρχει άφθονη τροφή. Αυτό με τη σειρά του τις οδηγεί στους αγρούς ακόμα και σε περίοδο περιορισμένης ανθοφορίας και πράγματι η απόδοσή τους αυξάνεται, μα το μέλι που μας δίνουν είναι απλά... ακατάλληλο!
 
Να αναφέρουμε ακόμα πως υπάρχουν ένα σωρό τροφοδότες στην αγορά μα η λύση της ατμοσφαιρικής πίεσης ή του μπουκαλιού, όπως είναι ευρύτερα γνωστός είναι ο πιο πρακτικός και φτηνός  από όλους. Σε ένα πλαστικό μπουκαλάκι του μισού λίτρου – έχουν ήδη κυκλοφορήσει και πλακέ μεγαλύτερης χωρητικότητας – βάζουμε το σιρόπι και του ανοίγουμε μικρές τρυπούλες στο κάτω του μέρος. Λόγω της ατμοσφαιρικής πίεσης και του σχετικού ιξώδους που έχει το σιρόπι, αυτό δεν στάζει και εξέρχεται από το μπουκάλι μόνο όταν το ρουφήξουν οι μέλισσες, δημιουργώντας έτσι υποπίεση.
 
Το ζυμάρι τύπου βανίλιας από την άλλη μεριά, πρέπει να προτιμάται στη δίκιλη συσκευασία επειδή, τοποθετούμενο στα πλαίσια πάνω από το γόνο, δημιουργεί μια πολύ καλή θερμομονωτική ασπίδα στο μελίσσι, συγκεντρώνοντας συγχρόνως και την επί πλέον υγρασία που αυτό δημιουργεί!
 
Κλείνοντας, να συμβουλεύσουμε όλους τους συναδέλφους μελισσοκόμους – τους νέους ιδιαίτερα- πως οι κλασικές, απλές και παραδοσιακές λύσεις τροφοδοσίας είναι οι καλύτερες και όταν και για όσο χρόνο χρειάζεται να τις εφαρμόζουν - με τρόπο ορθόδοξο και με σύνεση  πάντα - αυτές να προτιμάνε. 
 
 
Επιμέλεια: Μανόλης Δερματης, ερευνητής μελισσοκόμος,

Μετακινήσεις μελισσιών

Μετακινήσεις μελισσιών σε μικρές αλλά και μακρινές αποστάσεις.

 
 

Με την συνεχή αύξηση του αριθμού των μελισσοσμηνών και τον συνεχή περιορισμό της μελισσοκομικής χλωρίδας (πυρκαγιές, εκχερσώσεις), η μεταφορά των μελισσιών για την εκμετάλλευση των ανθοφοριών διαφόρων περιοχών, θεωρείται πια σύμφυτη με την επαγγελματική μελισσοκομία. Άλλωστε και από τα πολύ παλιά χρόνια η μελισσοκομία στην Ελλάδα χαρακτηριζόταν ως νομαδική, καθώς η χώρα μας δεν διαθέτει στο μεγαλύτερο της ποσοστό εκτάσεις ομοιόμορφης βλάστησης ικανές να συντηρήσουν όλο το χρόνο, έναν αριθμό επαγγελματικών μελισσοκομικών μονάδων.
 
Ανάμεσα στις απαραίτητες γνώσεις που πρέπει να έχει ένας μελισσοκόμος, ως προϋπόθεση επιτυχίας, είναι και η γνώση των μελισσοκομικών νομών που μπορεί να εκμεταλλευτεί και των περιοχών που αυτές βρίσκονται. Έτσι κάθε χρόνο - ανάλογα με τους στόχους του - θα πρέπει να καταστρώνει ένα πρόγραμμα μεταφορών των μελισσιών του. Σημαντικό στοιχείο, αναφορικά με τις περιοχές που θα επιλέξει, αποτελεί το γεγονός ότι, μία περιοχή όπου συγκεντρώνονται πολλά μελίσσια, δεν αποτελεί κατ’ ανάγκη και την καλύτερη δυνατή λύση. Κι αυτό γιατί σ’ αυτές τις περιοχές η πληθώρα των μελισσοκομείων μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των αποδόσεων, λόγω ανταγωνισμού, μετάδοση ασθενειών, φαινόμενα λεηλασίας κ.α..

Η Ελληνική νομοθεσία δεν διαθέτει νόμους και διατάξεις για τον ανώτερο αριθμό μελισσιών, που μπορούν να συγκεντρωθούν σε μια περιοχή, ή την απόσταση που θα πρέπει να έχουν δύο γειτονικά μελισσοκομεία. Αυτό επαφίεται κάθε φορά στη συναδελφική κατανόηση του κάθε μελισσοκόμου. Άλλωστε η μελισσοχωριτικότητα, ο αριθμός δηλαδή των μελισσιών που μπορούν να συνυπάρξουν σε μια περιοχή χωρίς να παρουσιαστεί μείωση των αποδόσεων, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το είδος και η κατάσταση των χλωρίδας, οι καιρικές και εδαφικές συνθήκες, η δυναμικότητα των μελισσών, κ.α.. γι’ αυτό και είναι δύσκολο να καθοριστεί. Σύμφωνα με κάποιες αναφορές από χώρες του εξωτερικού σε μια συγκεκριμένη περιοχή ακτίνας 1-2 χιλιομ. Δεν πρέπει να συνυπάρχουν περισσότερα από 75-100 μελίσσια. Ο αριθμός αυτός φαίνεται φανταστικός για τις ελληνικές συνθήκες, αφού σε συγκεκριμένες περιοχές και εποχές του έτους, π.χ. τον Αύγουστο στη Θάσο, ξεπερνιέται κατά πολύ, με δυσμενείς όπως είναι φυσικό επιπτώσεις και στην απόδοση αλλά και στην υγιεινή των μελισσιών

Μετακινήσεις μελισσιών σε αποστάσεις μερικών μέτρων

Οι μέλισσες, οι συλλέκτριες μέλισσες, έχουν συγκεκριμένη εικόνα στο μυαλό τους για τη θέση της φωλιάς τους, την οποία και κρατούν στη μνήμη τους. Έτσι εάν ένα μελίσσι μεταφερθεί μερικά μέτρα μακριά από την αρχική θέση του, οι συλλέκτριες μέλισσες θα επιστρέψουν στην παλιά θέση και θα χαθούν, αφού ύστερα δεν θα μπορούν να βρουν την κυψέλη τους. 

Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό θα πρέπει οι κυψέλες να μετακινούνται κάθε ημέρα κατά 0,5 έως 1 μέτρο, έτσι ώστε οι μέλισσες να συνηθίζουν την νέα θέση χωρίς να χάνονται.
Για την μετακίνηση κυψελών κατά 10-20 ή και περισσότερα μέτρα, η οποία πρέπει να γίνει αμέσως, μπρεί να χρησιμοποιηθεί το νιτρικό αμμώνιο (NH4NO3 ) . Η ουσία αυτή προκαλεί απώλεια μνήμης στις μέλισσες, και έχει χρησιμοποιηθεί και στ παρελθόν για κοντινές μετακινήσεις, για συνενώσεις μελισσιών, για την καταστολή λεηλασίας, αντικατάσταση βασιλισσών κ.α..
Στις Η.Π.Α. χρησιμοποιείται με επιτυχία το κοκκώδες λίπασμα νιτρική αμμωνία 33% στο καπνιστήρι, με δύο τρόπους :
τοποθετείται στο καπνιστήρι μία κουταλιά του γλυκού νιτρική αμμωνία μέσα σε ένα κομμάτι λινάτσα. Ποτέ το λίπασμα δεν τοποθετείται απ’ ευθείας στη φωτιά, γιατί θα καεί αμέσως χωρίς να κάνει τίποτα 
ή διαλύονται 910 γραμ. νιτρικής αμμωνίας σε 3, λίτρα νερό και εμβαπτίζοται στο διάλυμα αυτό κομμάτια λινάτσας, μεγέθους 15-20 εκατ.. τα κομμάτια αυτά αφού στεγνώσουν χρησιμοποιούνται ως καύσιμη ύλη στ καπνιστήρι.

Προσοχή : 
μεγαλύτερη από την απαραίτητη ποσότητα καπνού μπορεί να ακινητοποιήσει, να αναισθητοποιήσει ή και να θανατώσει τις μέλισσες
ο καπνός της νιτρικής αμμωνίας θα πρέπει να εξέρχεται χωρίς δυσκολία από το καπνιστήρι, καθώς διαφορετικά υπάρχει σοβαρός κίνδυνος έκρηξης
με την ακινητοποίηση ή και αναισθητοποίηση των μελισσών, η οποία μπορεί να κρατήσει μέχρι και 15 λεπτά, έχουμε απώλεια γόνου, ο οποίος εκείνο το διάστημα δεν ταίζεται, ενώ υπάρχουν ενδείξεις μείωσης της διάρκειας της ζωής των ίδιων των μελισσών.

Μετακινήσεις μελισσιών σε αποστάσεις μέχρι 3 χιλιομ.
Η μετακίνηση μελισσιών σε απόσταση έως 3 χιλιόμετρα, θεωρείται μικρή για τις μέλισσες, και μπορεί να προκαλέσει σοβαρές απώλειες σε πληθυσμό, συλλέκτριες μέλισσες, οι οποίες θα επιστρέψουν στην παλιά θέση της φωλιά τους.

Σε τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει τα μελίσσια πρώτα να μεταφερθούν για 1 μήνα σε απόσταση τουλάχιστον 10 χιλιομέτρων και μετά να τοποθετηθούν στην καινούργια τοποθεσία.
Επειδή αυτό στις περισσότερες περιπτώσεις είναι σχεδόν αδύνατο, για να χάσουν οι μέλισσες τη μνήμη της θέση της κυψέλης τους, τα μελίσσια - που πρόκειται να μετακινηθούν - μένουν κλειστά για 48-36 ώρες σε σκιερό μέρος και αφού έχουν εφοδιαστεί με άφθονο νερό. Σ’ αυτό τα διάστημα οι μέλισσες χάνουν τη μνήμη της παλιάς θέσης της φωλιάς. Η επιτυχία αυτής της μεθόδου εξαρτάται από τη δυναμικότητα του μελισσιού. Μελίσσια λίγων πλαισίων, μικρής δυναμικότητας, αφ’ ενός χάνουν πιο γρήγορα τη μνήμη τους, αφ’ ετέρου δεν κινδυνεύουν να πεθάνουν από θερμοπληξία κατά τον εγκλεισμό τους.

Μετακινήσεις μελισσιών σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 3 χιλιομέτρων

Για να μετακινηθούν κυψέλες σε μεγάλες αποστάσεις θα πρέπει να προετοιμαστούν :

να τοποθετηθούν συνδετήρες σε κάθε κινητό μέρος της κυψέλης (καπάκι, πυθμένας, κ.α.)

τα μελίσσια να περιέχουν όσο το δυνατό λιγότερο μέλι

οι κυψέλες να είναι σε καλή κατάσταση, όχι σάπιες, με ρωγμές ή ανοίγματα

εάν η εποχή της μεταφοράς χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες, τα μελίσσια είναι δυνατά και η απόσταση που θα πρέπει να καλυφθεί μεγάλη, θα πρέπει να τοποθετηθούν στα μελίσσια εσωτερικοί τροφοδότες με νερό.
Το φόρτωμα των μελισσιών θα πρέπει να γίνεται βραδινές ώρες, όταν όλες οι συλλέκτριες έχουν επιστρέψει στις κυψέλες.Οι μελισσοκόμοι θα πρέπει να φορούν άρβυλα και χονδρά γάντια, γιατί καθώς το φόρτωμα γίνεται συνήθως στα σκοτεινά, υπάρχει κίνδυνος φιδιών ή σκορπιών, ή ακόμα και αγκαθιών κ.α.
Το φόρτωμα γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να κυκλοφορεί ο αέρας ανάμεσα από τις κυψέλες, ενώ δεν πρέπει να ξεπερνιέται το ωφέλιμο φορτίο και το επιτρεπόμενο ύψος του αυτοκινήτου. Τα πλαίσια των μελισσιών να είναι παράλληλα προς τις πλευρές του φορτηγού.
Καλό είναι το ταξίδι να γίνεται χωρίς διακοπή. Εάν οι θερμοκρασίες που επικρατούν είναι υψηλές, τα μελίσσια διαβρέχονται σε τακτά χρονικά διαστήματα με νερό.
Η κάθε ντάνα κυψελών θα πρέπει να δένεται καλά και στο τέλος όλο το φορτίο μαζί, ώστε να παραμένουν όσο γίνεται ακίνητες κατά τη μεταφορά.

Κατά τη μεταφορά μελισσιών στο αυτοκίνητο θα πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν καπνιστήρι, καύσιμη ύλη, ξέστρο, μάσκες, σφυρί, καρφιά, γύψος, εφημερίδες, ένας ψεκαστήρας με νερό και μερικά σακιά καλά χωρίς τρύπες. Τα εφόδια αυτά μπορεί να αποδειχθούν πολύ χρήσιμα σε περίπτωση μικροατυχήματος.

Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση 5936/550/1971 , ΦΕΚ 72/1971, επιτρέπεται η μεταφορά μέχρι και 5 ατόμων, εργατών ή μελών της οικογένειας του μελισσοκόμου, με το μελισσοκομικό αυτοκίνητο, εφόσον τα άτομα αυτά πηγαίνουν για να τρυγήσουν, ή να επιθεωρήσουν τα μελίσσια, ή να τα ταίσουν ή ακόμα και όταν μεταφέρουν κυψέλες σε μια ανθοφορία.

Όταν τα μελίσσια μεταφερθούν στην νέα τους θέση και ανοιχθούν αμέσως, χωρίς καμία προφύλαξη, τότε οι μέλισσες ξεχύνονται έξω και πετάνε, με αποτέλεσμα να χαθούν. Υπολογίζεται ότι σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να χαθεί και το 25% του πληθυσμού ενός μελισσιού. Για να μην συμβεί αυτό θα πρέπει πριν αφαιρεθούν οι είσοδοι από τα μελίσσια να ραντίζονται με νερό, από τη σήτα αερισμού, να αφεθούν να ηρεμήσουν για 15 λεπτά και έπειτα να ανοιχθούν με τη βοήθεια καπνού.

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΚΟ ΒΙΒΛΙΑΡΙΟ

 
phgh

Τι χρειάζεται για να βγάλεις μελισσοκομικό βιβλιάριο

Τι χρειάζεται για να βγάλεις μελισσοκομικό βιβλιάριο
Τουλάχιστον δέκα μελίσσια θα πρέπει να έχει ένας μελισσοκόμος, προκειμένου στη συνέχεια να καταθέσει αίτηση στη διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της περιφερειακής ενότητας που μένει, για να αποκτήσει βιβλιάριο. Μετά από ερώτηση συνταξιούχου αναγνώστη του Agro24.gr, που είναι συνταξιούχος, αλλά θέλει να εγγραφεί στα μητρώα των μελισσοκόμων, γιατί έχει ξεκινήσει να ασχολείται με τη μελισσοκομία, απευθυνθήκαμε στη ΔΑΟΚ Ανατολικής Αττικής, όπου ο υπεύθυνος, Ανδρέας Μπέκας, μας ενημέρωσε ότι τα βήματα για τη διαδικασία έκδοσης μελισοκομικού βιβλιαρίου είναι τα εξής:
1. Ο ενδιαφερόμενος κάτοχος μελισοσμηνών πρέπει να υποβάλει στη ΔΑΟΚ της μονίμου κατοικίας του αίτηση- δήλωση εις διπλούν που χορηγείται από την Υπηρεσία μας, μαζί με τα εξής δικαιολογητικά:
  • Υπεύθυνη Δήλωση του Ν. 1599/86 για την ακρίβεια των δηλωμένων στοιχείων.
  • Δυο πρόσφατες φωτογραφίες
  • Αποδεικτικά στοιχεία απόκτησης των μελισσοσμηνών (αποδείξεις αγοράς κυψελών κ.λπ.).
  • Βεβαίωση περί κατοχής των μελισοσμηνών από Μελισσοκομικό σύλλογο και, εφόσον δεν υπάρχει, από αγροτικό σύλλογο της περιοχής της μόνιμης κατοικίας τους (ΦΕΚ 642/28-5-2001)
2. Χορηγείται προσωρινός κωδικός στο ειδικό βιβλίο μητρώο που τηρείται στη ΔΑΟΚ και δίδεται στον αιτούντα ο Κωδικός Αριθμός του.
3. Ακολουθεί σήμανση με πυροσφραγίδα από τον κατέχοντα τα μελισοσμήνοι όλων των κυψελών του με τον κωδικό που του έχει δοθεί.
4. Μέσα σε διάστημα 30 ημερών γίνεται από την ΔΑΟΚ επιτόπιος έλεγχος της ακρίβειας των αναγραφόμενων στην αίτηση στοιχείων και της σήμανση των κυψελών και συντάσσεται Βεβαίωση επιτοπίου ελέγχου.
5. Μετά τον έλεγχο η ΔΑΟΚ χορηγεί θεωρημένο μελισσοκομικό βιβλιάριο όπου αναγράφεται ο αριθμός των μελισοσμηνών και η διάρκεια ισχύος του. Το μελισσοκομικό βιβλιάριο θα έχει ισχύ για δυο χρόνια από της εκδόσεώς του ή τελευταίας μεταβολής του.
Μετά την λήξη της διετίας για να έχουν ισχύ τα βιβλιάρια πρέπει να προσκομίζονται στην αρμόδια ΔΑΟΚ για θεώρηση με αίτηση του ενδιαφερόμενου καθώς και οποιαδήποτε μεταβολή παρατηρείται μεγαλύτερη ή ίση των μελισσοσμηνών και για αριθμό μελισσοσμηνών τουλάχιστον 10 πρέπει να δηλώνεται εντός 15 ημερών.
Ειδικά για τον συγκεκριμένο αναγνώστη που είναι συνταξιούχος, ο κ. Μπέκας μας είπε ότι δεν έχει σημασία αν κάποιος έχει βγει στη σύνταξη ή όχι, προκειμένου να μπορεί να βγάλει βιβλιάριο. Επίσης, δεν έχει σημασία πού βρίσκονται τα μελίσσια. Εάν για παράδειγμα ο μελισσοκόμος βρίσκεται στο Κορωπί και τα μελίσσια του είναι στην Εύβοια, τότε θα υποβάλει την αίτηση για τη χορήγηση βιβλιαρίου στη ΔΑΟΚ όπου μένει (Ανατολικής Αττικής) και στη συνέχεια θα υποβάλει αίτημα επιτόπιου ελέγχου στη ΔΑΟΚ Ευβοίας. Το αποτέλεσμα του ελέγχου θα διαβιβαστεί στη ΔΑΟΚ όπου διαμένει, για να εγκριθεί το βιβλιάριο.

ΓΙΑΤΙ ΚΡΥΣΤΑΛΩΝΕΙ ΤΟ ΜΕΛΙ?

Τι σημαίνει όταν κρυσταλλώνει το μέλι; 

 



Η κρυστάλλωση του μελιού είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείτε κυρίως το χειμώνα με το κρύο, και λίγοι γνωρίζουν την αλήθεια. Πολλοί καταναλωτές πιστεύουν ότι το μέλι τους προήλθε από νοθεία με ζάχαρη και ο μελισσοκόμος τους εξαπάτησε. Ωστόσο η αλήθεια απέχει πολύ από αυτές τις υποθέσεις!

Η κρυστάλλωση είναι ένα φυσικό φαινόμενο που συμβαίνει στο αγνό, ανεπεξέργαστο μέλι! Δεν σας έρχεται παράξενο που το μέλι από το σούπερ μαρκετ δεν κρυσταλλώνει ποτέ; Γιατί δεν κρυσταλλώνει; Είναι επεξεργασμένο, "βρασμένο", φιλτραρισμένο, και φυσικά μερικές φορές νοθευμένο. Έχουν βγει άλλωστε και σχετικές ανακοινώσεις από τον ΕΦΕΤ, όπου εντοπίστηκαν επικύνδινες ουσίες σε τυποποιημένα μέλια.

Η κρυστάλλωση του μελιού είναι φυσικό φαινόμενο, με την οποία το μέλι μετατρέπεται από υγρό (ρευστό), σε μία στερεά- ημιστερεά κατάσταση και είναι 100% φυσικό!.

Η κρυστάλλωση του μελιού είναι ελάχιστα κατανοητή από το καταναλωτικό κοινό. Πολλοί υποθέτουν ότι το μέλι που κρυσταλλώνει είναι νοθευμένο ή και το αντίθετο. Δεν είναι έτσι. Στην πραγματικότητα, η διαδικασία της κρυστάλλωση είναι φυσικό επακόλουθο. Η κρυστάλλωση δεν επηρεάζει την ποιότητα του μελιού, εκτός από το χρώμα και την υφή. Το κρυσταλλωμένο μέλι δεν είναι χαλασμένο και διατηρούνται τα ποιότητα χαρακτηριστικά του υγρού μελιού . Ορισμένοι καταναλωτές μελιού τους αρέσει να είναι σε αυτή την κατάσταση ( ιδίως στο εξωτερικό ), δεδομένου ότι είναι εύκολο να εξαπλωθεί σε ψωμί ή φρυγανιά χωρίς στάζει και η γεύση είναι πλουσιότερη.

Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η κρυστάλλωση του μελιού δεν έχει καμία σχέση με την ποιότητά της, αλλά είναι ένα χαρακτηριστικό των αγνού και φυσικού μελιού.


Έναρξη φαινομένου κρυστάλλωσης (ζαχάρωμα) μελιού.

Γιατί το μέλι κρυσταλλώνει;

Το μέλι είναι ένα ιδιαίτερα πυκνό διάλυμα φυσικής ζάχαρης (φυσική φρουκτόζη, γλυκόζη, μαλτόζη και σακχαρόζη) ). Περιέχει πάνω από 70% σάκχαρα και λιγότερο από 20% νερό ( υγρασία). Υπάρχουν πολλά σάκχαρα στο μέλι σε σχέση με την περιεκτικότητα σε νερό. Αυτό σημαίνει ότι το νερό στο μέλι, περιέχει επιπλέον ποσότητα ζάχαρης από ό,τι θα μπορούσε φυσικά να κατέχει. Η υπερα-φθονία των φυσικών σακχάρων κάνει το μέλι ασταθές Είναι φυσικό για το μέλι να κρυσταλλωθεί, δεδομένου ότι είναι ένα υπέρ κορεσμένο σε ζάχαρα προϊόν.

Τα δύο κύρια σάκχαρα του μελιού είναι η φρουκτόζη και η γλυκόζη. Το περιεχόμενο σε φρουκτόζη και γλυκόζη σε κάθε μέλι ποικίλλει ανάλογα από την πηγή συλλογής ( είδος ανθοφορίας) ή του μελιτώματος καθορίζοντας έτσι και το είδος κάθε μελιού. Γενικά, η φρουκτόζη κυμαίνετε από 25 έως 40%. και της γλυκόζης από 30- 44% . Η ισορροπία αυτών των δύο κύριων σακχάρων είναι η κύρια αιτία που θα οδηγήσει στην κρυστάλλωση του μελιού, και το σχετικό ποσοστό τους θα καθορίσει κατά πόσο θα κρυσταλλώνει γρήγορα ή αργά.

Η φρουκτόζη είναι πιο διαλυτή στο νερό από τη γλυκόζη και θα παραμείνει ρευστή.

Όταν η γλυκόζη κρυσταλλώνει, χωρίζετε από το νερό και παίρνει τη μορφή μικροσκοπικών κρυστάλλων. Καθώς η κρυστάλλωση προχωρά και περισσότερη γλυκόζη κρυσταλλώνει, οι κρύσταλλοι θα εξαπλωθούν σε όλο το μέλι. Τελικά, το μέλι γίνεται παχύ και κρυσταλλώνει.

Μερικά μέλια κρυσταλλώνουν ομοιόμορφα. Μερικά θα είναι εν μέρει κρυσταλλωμένο και παίρνει μορφή δύο στρωμάτων, με το κρυσταλλικό στρώμα στο κάτω μέρος του βάζου καθώς το άλλο σε υγρή μορφή στην κορυφή. Μέλια επίσης ποικίλλουν ως προς το μέγεθος των κρυστάλλων που σχηματίζουν. Το κρυσταλλωμένο μέλι τείνει να είναι ανοιχτόχρωμο απ 'ότι όταν στην υγρή του μορφή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η γλυκόζη τείνει σε αφυδατωμένη κρυσταλλική μορφή, και ότι τα κρύσταλλα της γλυκόζη τείνουν στο φυσικό τους δηλ. το καθαρό λευκό. Πιο σκούρα μέλια διατηρούν καφετί εμφάνιση.


Τελικό στάδιο κρυστάλλωσης.
Πόσο γρήγορα θα κρυσταλλώσει το μέλι;

Διάφορα είδη μελιού θα κρυσταλλωθούν με διαφορετικούς ρυθμούς. Ορισμένοι μέλια θα κρυσταλλώνουν μέσα σε λίγες εβδομάδες μετά την εξαγωγή από τις κηρήθρες, ενώ άλλοι παραμένουν σε υγρή κατάσταση για μήνες ή χρόνια. Οι ακόλουθοι παράγοντες επηρεάζουν η ταχύτητα της κρυστάλλωσης:

(ι) η πηγή του νέκταρος που συλλέγουν οι μέλισσες (η σύνθεση των σακχάρων του μελιού),

(ii) ο τρόπος με τον οποίο έχει επεξεργαστεί και

(iii) η θερμοκρασία στη συντήρηση.

Ο χρόνος που θα πάρει το μέλι να κρυσταλλώσει εξαρτάται κυρίως από τη σχέση φρουκτόζης προς γλυκόζη και τη γλυκόζη προς την αναλογία της υγρασίας . Μέλι με υψηλή περιεκτικότητα σε γλυκόζη, με χαμηλή φρουκτόζη σε αναλογία προς την γλυκόζη θα κρυσταλλωθεί πιο γρήγορα, όπως το τριφύλλι, το βαμβάκι, πικραλίδα, μουστάρδα της ελαιοκράμβης κ.α. Μέλι με υψηλότερη φρουκτόζη σε αναλογία προς την γλυκόζη (που περιέχει λιγότερο από 30 % γλυκόζης) κρυσταλλώνει αρκετά αργά και μπορούν να μείνουν υγρά για πολλά χρόνια χωρίς ειδική επεξεργασία.

Για παράδειγμα το μέλι πορτοκαλιάς κρυσταλλώνει μόλις πιάσει ο Χειμώνας, το πεύκο κρυσταλλώνει σε 1-2 χρόνια, ενώ ο έλατος δεν κρυσταλλώνει ποτέ και είναι το μοναδικό μέλι που συμβαίνει αυτό.



Όσο υψηλότερη είναι η γλυκόζη και χαμηλότερη η περιεκτικότητα σε υγρασία στο μέλι, η κρυστάλλωση είναι πιο γρήγορη. Μέλι με λιγότερο γλυκόζης σε σχέση με την υγρασία άρα λιγότερο κορεσμένο διάλυμα γλυκόζης, αργεί να κρυσταλλώσει. Μέλι με αυξημένη περιεκτικότητα σε υγρασία συχνά κρυσταλλώνει άνισα (όχι δηλ. ως ομοιογενής μάζα) και χωρίζετε σε κρυσταλλική και υγρή μορφή.

Η ταχύτητα του μελιού να κρυσταλλώσει δεν εξαρτάται μόνο από τη σύνθεσή του, αλλά και από την σχετική παρουσία των καταλυτών, όπως κόκκων γύρης και κομμάτια του κεριού στο μέλι. Αυτά τα λεπτά σωματίδια χρησιμεύουν ως "πυρήνες" στην κρυστάλλωση του μελιού . Τα αρχικό προϊόν περιέχει κομμάτια από κερί, γύρη και πρόπολη, και κρυσταλλώνει γρήγορα. Το μέλι που έχει επεξεργαστεί (π.χ. με θέρμανση και μηχανικό φιλτράρισμα) θα παραμείνει σε υγρή μορφή λόγω της αποβολής του πυρήνων, που ενθαρρύνουν την ανάπτυξη των κρυστάλλων γλυκόζης ενώ το ίδιο ακατέργαστο μέλι με τα κοινά φίλτρα "κινδυνεύει" να κρυσταλλώσει. Μέλι που συσκευάζονται και διατίθενται στο ελεύθερο εμπόριο, συνήθως θερμαίνονται και φιλτράρονται σε υψηλή πίεση. Με την θέρμανση και την διήθηση του μελιού διαλύονται - παρακρατούνται οποιαδήποτε κρύσταλλοι και απομακρύνονται οι "πυρήνες" που θα μπορούσαν να είναι παρόντες. Ως εκ τούτου, η κρυστάλλωση παρεμποδίζεται.




Η θερμοκρασία αποθήκευσης

Η θερμοκρασία αποθήκευσης έχει μεγάλη επίδραση στην κατάσταση του μελιού. Η κρυστάλλωση του μελιού είναι πιο ταχεία περίπου στους 10 με 15 °C (50 έως 59ºF). Σε θερμοκρασία κάτω των 10ºC (52ºF) η κρυστάλλωση επιβραδύνεται. Η χαμηλή θερμοκρασία αυξάνει το ιξώδες του μελιού και αυτό επιβραδύνει την διαμόρφωση και την διάδοση των κρυστάλλων. Το μέλι αντιστέκεται στην κρυστάλλωση καλύτερα σε υψηλότερες θερμοκρασίες άνω των 25ºC (77ºF). Όταν η θερμοκρασία είναι 40ºC (104ºF) οι κρύσταλλοι διαλύονται. Θερμοκρασία άνω των 40ºC (104ºF) θα βλάψει τις ιδιότητες του μελιού.

Υγροποίησης κρυσταλλωμένου μελιού

Το κρυσταλλωμένο μέλι μπορεί να επανέλθει σε υγρή μορφή και συνοχή θερμαίνοντάς το ήπια σε υδατόλουτρο (Bain Marie). Η θέρμανση του μελιού πρέπει να εφαρμοστεί έμμεσα, και όχι με άμεση φλόγα σε ένα δοχείο.

Η θερμοκρασία στην κυψέλη είναι περίπου 35ºC (95ºF) και μπορεί να φθάσει και 40ºC (104ºF ) κατά την περίοδο του καλοκαιριού, όταν οι μέλισσες συλλέγουν και ωριμάζουν το μέλι. Άρα για να υγροποιηθεί το μέλι, η καλύτερη θερμοκρασία είναι οι 35-40°C (95-104°F). Η θερμοκρασία δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 40ºC (104°F) για να αποφευχθεί η υπερθέρμανση.

Η υπερθέρμανση του μελιού για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα θα μειώσει την ποιότητα θα καταστρέφει τα ένζυμα , θα απολέσει την λεπτή γεύση, το άρωμα και θα καταστρέψει τα ιχνοστοιχεία. Η θέρμανση, πρέπει να γίνονται με προσοχή έτσι ώστε η θρεπτική αξία του μελιού να μην χαθεί . Είναι δυνατή η εκ νέου υγροποίηση του κρυσταλλωμένου μελιού χωρίς να χαθεί η ποιότητα.

Αποφεύγοντας την κρυστάλλωση

- Φυλάξτε το μέλι σε θερμοκρασία δωματίου σε ερμητικά κλειστά δοχεία. Βέλτιστη θερμοκρασία για την αποθήκευση μελιού είναι 21 έως 27°C (70-80°F).
- Αποφύγετε την αποθήκευση μελιού σε ψυχρές θερμοκρασίες από 11 έως 18ºC (52-64ºF), η οποία είναι ιδανική για το σχηματισμό κρυστάλλων.
- Μην το αποθηκεύετε στο ψυγείο επιταχύνοντας τη διαδικασία της κρυστάλλωσης.